«Κανένας δεν μαθαίνει από αυτά που του λένε. Μαθαίνει από αυτά που τον πονούν και τον κάνουν να υποφέρει…» Τα λόγια αυτά του Πέπε Μουχίκα σε μία από τις τελευταίες του συνεντεύξεις[1] δεν ακούγονται και τόσο ελκυστικά στην αλγοφοβική εποχή μας. Κι επειδή δεν ακούγονται όμορφα στα αυτιά μας, αρνούμαστε την αλήθειά τους. Ακόμη και τους ανθρώπους αρνούμαστε που τα λένε και που η εμπειρία τους επιβεβαιώνει αυτή την πικρή αλήθεια. Ή κάνουμε κάτι χειρότερο από το να τους αρνούμαστε. Τους θεωρούμε γραφικούς και φαντάσματα μιας εποχής που έχει πια παρέλθει.

«Το τέλος του χθόνιου κόσμου και των φαντασμάτων του». Κάπως έτσι ο «ψηφιακός» μας κόσμος θα χαρακτήριζε τέτοιες φωνές όπως του Μουχίκα, που έρχονται βαθιά μέσα από το πηγάδι του χρόνου. Αυτός ο «χθόνιος» κόσμος είναι ο κόσμος του μέτρου, της κοινότητας, της θυσίας, της αποδοχής του πόνου ως δίκαιου αντίτιμου βαθιάς ανθρωπολογικής γνώσης και σοφίας. Αυτός ο «χθόνιος» κόσμος ήταν ο κόσμος του Χοσέ [Πέπε] Μουχίκα, του επαναστάτη, αγρότη, πολιτικού και Προέδρου της Ουρουγουάης την περίοδο 2010-2015, που τον αποχαιρετήσαμε πρόσφατα (13 Μαϊου 2025).

Και όμως ο Μουχίκα ήταν εξαιρετικά ειλικρινής και σαφής στη γνωσιοθεωρία του. Δεν μπορούμε να μεταγγίσουμε την αληθινή γνώση από τον έναν άνθρωπο στους άλλους απλά μιλώντας με λόγια γι’ αυτή. Αυτή η γνώση δεν μεταγγίζεται γιατί δεν είναι πληροφορία από το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αλλά ούτε και επιστημονική γνώση από βιβλία και πανεπιστημιακές σπουδές είναι. Αυτή η γνώση, για την οποία μιλάει ο Μουχίκα με τον τρόπο του Σωκράτη, είναι ένα ολόκληρο βουνό που πρέπει να το ανέβεις μόνος με κόπο και πόνο. Στους πρόποδες αυτού του ψηλού βουνού η γνώση εμφανίζεται ως πολιτική φρόνηση σε μια δημοκρατική κοινωνία ευθύνης των πολιτών της, ενώ στην κορυφή του, για όσους αντέξουν να φτάσουν μέχρι εκεί, η γνώση παίρνει τη μορφή της σοφίας. Είναι αυτή η πολιτική φρόνηση που διαφυλάσσει την ελευθερία των πολλών από την αρπακτικότητα των ολίγων. Και είναι αυτή η φοβερή σοφία της απόκρημνης κορυφής που λίγοι αντέχουν να πληρώσουν το τίμημα για να την αποκτήσουν. Αυτή τη φρόνηση και αυτή τη σοφία μόλις που τις αγγίζουν ο λόγος της φιλοσοφίας, της τραγωδίας και της μυστικής εμπειρίας.

Αυτή η γνώση για την οποία μιλάει ο Μουχίκα δεν μεταδίδεται με λόγια. Μοιάζει με τη σοφία που απόκτησε στο τέλος της ζωής του ο Οιδίποδας, ο τραγικός ήρωας και φιλόπολις κυβερνήτης με το πιο δυνατό μυαλό, που μόνο αυτός ήξερε να λύνει τα άλυτα αινίγματα της Σφίγγας. Αυτή η σοφία του Οιδίποδα που θυσιάζεται για την πόλη του, αλλά και η γνώση για την οποία μιλάει ο Μουχίκα, προϋποθέτουν βαθύ πόνο και αποδοχή του, μοναξιά στην πορεία με συντρόφους και χωρίς αυτούς, θυσία για τη βελτίωση της ζωής των συνανθρώπων σου, πίστη στην κοινότητα, ολιγάρκεια. Στον «ψηφιακό» κόσμο της απεριόριστης επικοινωνίας χωρίς κοινωνία, της χωρίς όρια ελευθερίας και επιθυμίας του Phono Sapiens[2], ο πόνος, η θυσία, η σοφία, η πίστη στην κοινότητα και η ολιγάρκεια δεν αποτελούν ελκυστική επιλογή.

Και να σε υιοθετήσει ο Μουχίκα για μια μέρα, μια εβδομάδα ή ένα μήνα, δεν πρόκειται να μάθεις τίποτε από αυτόν. «Δεν υπάρχουν παρένθετοι παππούδες», είπε στη συνέντευξη. Ούτε και παππούδες υπάρχουν για να ακούσεις τις αφηγήσεις τους και να μάθεις από αυτές. Αλλά και να υπήρχαν τέτοιες αφηγήσεις δεν υπάρχει υπομονή για μια τέτοια ακρόαση, θα έλεγε και ο φιλόσοφος Μπιουνγκ Τσουλ Χαν[3]. Και τέτοιες ήταν οι αφηγήσεις του Πέπε Μουχίκα που άκουγαν με υπομονή καθισμένοι κάτω από τη σεγκόβια στην αυλή της αγροικίας οι επισκέπτες του. Εκεί κάτω από αυτή την ίδια αιωνόβια σεγκόβια όπου σήμερα βρίσκεται θαμμένος δίπλα στην τρίποδη σκυλίτσα του.

«Ανθρωπολογικά λείπουν οι παππούδες γιατί βρίσκονται στο ράφι, ξεχασμένοι», λέει ο δεξιοτέχνης στη αφήγηση Πέπε Μουχίκα στον νέο που του ζήτησε να τον δεχτεί σαν εγγονό του έστω για μια ημέρα, μια εβδομάδα, έναν μήνα. «Δεν πρόκειται να με ακούσεις», του είπε ο Μουχίκα, «ούτε και να μάθεις τίποτε από εμένα γιατί κανένας δεν μαθαίνει από αυτά που του λένε. Μαθαίνει από αυτά που τον πονούν και τον κάνουν να υποφέρει…» [Porque nadie se aprende por lo que le dicen. Se aprende por lo que se sufre].

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Παρατηρητής της Θράκης, Πέμπτη 29/05/2025. Για το  άρθρο της εφημερίδας κάνετε κλικ εδώ.

[1] «La tribu antropologa». [Η ανθρωπολογική φυλή]. Συνέντευξη του 2023 διαθέσιμη στο you tube και με ελληνικούς υπότιτλους. https://youtu.be/UbMy8f_nlBI?si=0yt-9ojITKxD7_eH.

[2] Το επόμενο στάδιο «εξέλιξης» του Homo Sapiens κατά την οποία το Smartphone και η μεταγραφή της ζωής σε πληροφορίες και σύνολα δεδομένων (νταταϊσμός) κυριαρχούν. Μπιουνγκ Τσουλ Χαν, Η κρίση της αφήγησης, μτφρ. Βασίλης Τσάλης, εκδ. opera, Αθήνα 2025, σελ. 48.

[3] Ό.π. Μπιουνγκ Τσουλ Χαν, Η κρίση της αφήγησης. Για μια φιλοσοφική πραγμάτευση του πόνου σήμερα βλ. και Μπιουνγκ – Τσουλ Χαν, Η κοινωνία της παρηγοριάς/ Ο πόνος σήμερα, μτφρ. Βασίλης Τσάλης, εκδ. opera 2021.

Pin It on Pinterest

Share This